«Πέφτουν οι βολές κατά ριπάς απ ’τα πολυβόλα
Κάθε σφαίρα ισότιμη και με κουτάκι Κόκα Κόλα,
Φόλα , στα παιδιά λες κι είναι αδέσποτα,
Κι όλα ευλογημένα, και με την ευχή σου δέσποτα
Χτίζουμε τον κόσμο με θεμέλια από πτώματα
Βάφουμε πολύχρωμα τα κόκκινα τοιχώματα
να μη φανεί το αίμα των αθώων,
και δυο φορές το χρόνο στην Ηρώων.
Η σιωπή είναι χρυσάφι για τις πολυεθνικές
Για τις τράπεζες τις μητρικές και τις θυγατρικές
Φονιάδες των λαών είναι κι οι θεατές
που βλέπουν το ναυάγιο ξαπλωτοί απ’ τις ακτές.
Δε φταίει ο πρόσφυγας ,μα’ κείνος που τον έκανε
εκείνος που ολόκληρη τη γη πάντοτε ξέκανε,
Δεν είναι άνθρωπος σου λέω, δεν είναι έθνος.
Είναι το σύστημα που γέννησε το πένθος.
Μια κραυγή μωρού, κι ένα του δάκρυ
Έπνιξε τη γη απ’ άκρη σ’ άκρη,
Μαύροι οι ουρανοί και μαύρο χώμα,
σκέπασμα βαρύ για κάθε σώμα.
Πέφτουνε νεκροί, συνάνθρωποί μας,
και συνενοχή ειν’ η σιωπή μας,
Άλλοι πια στον Άδη δε χωρούνε
κι ούτε το θεό δε συγχωρούνε
Αν υπάρχεις και ακούς θέλω αυτό το βράδυ
Μια χάρη απ τις λίγες και γω να σου ζητήσω
Πάρε με από δω δεν το αντέχω το σκοτάδι
Δεν γούσταρα εξ αρχής κανέναν να πολεμήσω
Διώξε μέσα απ το μυαλό μου του πολέμου αυτή την φρίκη
Την χώρα μου που οδήγησε προς το αφανισμό
Τον κόσμο όπως τον έφτιαξες εμένα να μου λείπει
Κάνε κάτι δεν βαρέθηκες να βγάζεις τον σκάσμο
Στείλε λίγο οξυγόνο δεν μπορώ άλλο το νέφος
Με το ζόρι αναπνέω και κοντεύω να πνίγω
Πέντε χρόνια δεν βαρέθηκες να με χεις μέσ το πένθος
Σε μια βάρκα μες στο κύμα να κάνω τον ναυαγό
Μου γκρεμίσανε το σπίτι πρόσφυγας θέλαν να ζήσω
στοιβαγμένος σαν τα ζώα σε εγκατάσταση Hot spot
την ζωή που μου διαλύσαν δεν μπορώ να ξανά χτίσω
για αυτό σε παρακαλώ απλά να βάλεις ένα στοπ
Μια κραυγή μωρού, κι ένα του δάκρυ
Έπνιξε τη γη απ’ άκρη σ’ άκρη,
Μαύροι οι ουρανοί και μαύρο χώμα,
σκέπασμα βαρύ για κάθε σώμα.
Πέφτουνε νεκροί, συνάνθρωποί μας,
και συνενοχή ειν’ η σιωπή μας,
Άλλοι πια στον Άδη δε χωρούνε
κι ούτε το θεό δε συγχωρούνε
People are crying and children keep dying
yet we keep conspiring someone’s gonna save us all
Stuck in the dark ages, blinded by our wages,
history repeating on every page
Paper is ruling, the first class is drooling,
the whole world is stuck in the hum of refuelling
Victims are screaming, each sunrise is bleeding,
yet we walk around in the clouds safely day-dreaming
Driving in cars, hanging out in our bars,
as our people are sinking in bottomless jars
When will we learn every dollar we earn,
is taken from crumbling lives as they burn?
Uncover your eyes from this filthy disguise,
each day is a flash flood of blood and we try
To tune out from a world which we choose not to hear,
A world where humanity’s shadow is fear,
To continue a life lived in ignorant bliss and
forget we can tear down this man-made abyss
Μια κραυγή μωρού, κι ένα του δάκρυ
Έπνιξε τη γη απ’ άκρη σ’ άκρη,
Μαύροι οι ουρανοί και μαύρο χώμα,
σκέπασμα βαρύ για κάθε σώμα.
Πέφτουνε νεκροί, συνάνθρωποί μας,
και συνενοχή ειν’ η σιωπή μας,
Άλλοι πια στον Άδη δε χωρούνε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.